Τα πρώτα στοιχεία πως τα ερπετά έχουν την ικανότητα να μαθαίνουν μέσω της μίμησης παρουσιάζονται στην εργασία των Kis, Huber και Wilkinson. Η ικανότητα απόκτησης νέων δεξιοτήτων μέσω της μίμησης πιστεύαμε πως ήταν μοναδικό προνόμιο των ανθρώπων και των άλλων εξελιγμένων πρωτευόντων όπως των χιμπατζήδων.
Κατά την «πραγματική μίμηση», το ζώο «αντιγράφει» τη συμπεριφοράς ενός άλλου, κατανοώντας την πρόθεση πίσω από τη δράση. Σε αντίθεση με την αντιγραφή μιας συμπεριφοράς χωρίς την κατανόηση της σημασίας της: για παράδειγμα, ένας παπαγάλος που απαγγέλλει τα λόγια του ιδιοκτήτη του.
Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί εάν ο γενειοφόρος δράκος (Pogona vitticeps) είναι ικανός να μιμηθεί άλλα άτομα του είδους σε ένα απλό πείραμα στο οποίο πήραν μέρος 12 γενειοφόροι δράκοι οι οποίοι χωρίστηκαν σε πειραματική ομάδα και ομάδα ελέγχου. Ένας από αυτούς εκπαιδεύτηκε, με τη μέθοδο της επιβράβευσης, ώστε να ανοίγει μια πόρτα σε ξύλινο κουτί πίσω από την οποία υπήρχε τροφή. Η πειραματική ομάδα των γενειοφόρων δράκων παρακολούθησε τον εκπαιδευμένο να ανοίγει την πόρτα με κίνηση ολίσθησης. Το ίδιο έκαναν και όλα τα άτομα αυτής της ομάδας, άνοιξαν την συρόμενη πόρτα με ακριβώς τον ίδιο τρόπο. Κανένα άτομο από την ομάδα ελέγχου δεν έκανε το ίδιο.
Σύμφωνα με τη Δρ Wilkinson τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης αποτελούν την πρώτη απόδειξη μάθησης μέσω της μίμησης σε είδος ερπετών.